Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

θίγω την ευαίσθητη

  • 1 χόρδα

    χόρδή η
    1) струна;

    φωνητικές χόρδές — голосовые связки;

    νωτιαία χόρδή — спинной мозг;

    2) тетива;

    § ευαίσθητη χόρδή — слабая струнка;

    θίγω την ευαίσθητη χόρδη κάποιου — задевать чьё-л. самолюбие

    Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό > χόρδα

  • 2 струна

    -ы, πλθ. струны θ.
    1. χορδή (μουσικών οργάνων).
    πλθ. -ы οι μουσικοί φθόγγοι.
    2. τα ευαίσθητα σημεία•

    -ы сердца, души οι χορδές της καρδιάς, της ψυχής.

    3. κάθε τι τεντωμένο (σχοινί, λωρ ί κλπ.).
    εκφρ.
    в -у ή -ой – α) τεντωμένος, κορδωμένος. β) ορμητικά, αστραπιαία (για ζώο που τρέχει)•
    держать в -е кого – κρατώ κάποιον σε αυστηρότητα• με αυστηρή επίβλεψη•
    тронуть (задеть) чувствительную ή больную -у кого – θίγω την ευαίσθητη χορδή κάποιου.

    Большой русско-греческий словарь > струна

См. также в других словарях:

  • θίγω — έθιξα, θίχτηκα, θιγμένος 1. εγγίζω, βάζω χέρι κάπου: Ο διαρρήκτης δεν έθιξε τα κοσμήματα. 2. προσεγγίζω, πλησιάζω: Αυτό θίγει τα όρια της βλακείας. 3. γεύομαι, δοκιμάζω: Ο άρρωστος δεν έθιξε τίποτε από όσα του έφεραν να φάει. 4. προσβάλλω: Τι του …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»